Τετάρτη 7 Ιανουαρίου 2015

Πύργος • Ανατολική Ρωμυλία

 Ὁ πύργος τοῦ ρολογιοῦ στὸν σταθμὸ τοῦ Μπουργᾶς

Ελληνικοί πληθυσμοί στα βουλγαρικά παράλια της Μαύρης θάλασσας (18ος - 20ός αιώνας).

Ανθρωπογεωγραφία

Στη διάρκεια του 18ου και του 19ου αιώνα πληθυσμοί από τη Μακεδονία, την Ήπειρο, τα νησιά του Αιγαίου, τα μικρασιατικά παράλια και τις περιοχές του Πόντου μετακινήθηκαν προς την ανατολική Θράκη και την Ανατολική Ρωμυλία.
Μέχρι το 1906 ο ελληνικός πληθυσμός της Βουλγαρίας και της Ανατολικής Ρωμυλίας ανερχόταν στα 100.000 άτομα.
Ελληνόφωνοι ή ελληνικής προέλευσης πληθυσμοί διαβιούσαν στην ύπαιθρο και στις πόλεις κατά μήκος των παραλίων του Εύξεινου Πόντου, απ’ όπου έλεγχαν το εμπόριο της περιοχής.
Αρκετοί από αυτούς μετακινούνταν προς τις πόλεις της νότιας Ρωσίας μετά τη δεκαετία του 1830 εκμεταλλευόμενοι την εμπορική άνθησή τους.



Καθαρά ελληνικές πόλεις ήταν

η Μεσημβρία και
η Σωζόπολη, ενώ
η Αγχίαλος,
ο Πύργος και
η Βάρνα είχαν ανάμεικτο πληθυσμό.

Συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί ζούσαν ως τις αρχές του 20ού αιώνα στην Αγαθούπολη, και σε μια σειρά μικρότερα χωριά όπως

η Μήδεια ή Σαλμυδησσός και η Θυνιάς (Νιάδα) σε αρμονική γειτονία με τους βουλγαρικούς ή βλάχικους πληθυσμούς της περιοχής.

Στο Βασιλικό το 1906 ζούσαν 500 οικογένειες,
στη Μεσημβρία 1.000 ελληνικές οικογένειες, οι οποίες στο μεγαλύτερο ποσοστό τους ήρθαν στην Ελλάδα το 1919.

Στη Βάρνα το 1903 ζούσαν 7.500 Έλληνες σε σύνολο 35.000 κατοίκων.

Στον Πύργο 5.322 Έλληνες και

στην Αγχίαλο 5.089 Έλληνες.

Σήμερα (2009) οι Έλληνες που ζουν στη Βουλγαρία κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες:
τους απογόνους των Ελλήνων του 19ου αιώνα,
τους Σαρακατσάνους,
τους απογόνους των πολιτικών προσφύγων του ελληνικού Εμφυλίου πολέμου
και τους Έλληνες επιχειρηματίες που ήρθαν στη χώρα τη δεκαετία του 1990.

Υπολογίζεται ότι ζουν στη Βάρνα, τον Πύργο, την Αγχίαλο, τη Σωζόπολη, τη Μεσημβρία, την Αγαθούπολη, τον Άσπρο και τον Κόζιακα.
Επιπλέον στη Βουλγαρία δραστηριοποιούνται περίπου 1.200-1.500 ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες υπολογίζεται ότι έχουν επενδύσει στη χώρα στο διάστημα 1992-2005 ποσά που ξεπερνούν το 1,8 δις ευρώ. Μεταξύ αυτών κυρίαρχη είναι η παρουσία των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες μοιράζονται το 25-30% της βουλγαρικής αγοράς.

Ιστορία

Ελληνικοί πληθυσμοί κατοικούσαν στην ενδοχώρα της σημερινής Βουλγαρίας από τα χρόνια του Φιλίππου του Β’ της Μακεδονίας.

Στα παράλια αντίθετα, η ελληνική παρουσία είναι πολύ παλαιότερη.

Μια σειρά από ελληνικές αποικίες χτίστηκαν σε φυσικούς όρμους και λιμάνια προκειμένου οι άποικοι να εκμεταλλευτούν τη θάλασσα και τα πλούτη της.

Η ελληνική παρουσία συνεχίστηκε αδιάκοπη ως και τις αρχές του 20ού αιώνα καθώς τα παλαιότερα στρώματα ελληνικών πληθυσμών εμπλουτίζονταν κατά διαστήματα από νέες αφίξεις που τις προκαλούσαν οι μεταβαλλόμενες οικονομικές και πολιτικές συνθήκες είτε στον τόπο προέλευσης ή, και κυρίως, στον τόπο προορισμού.

Η ελληνική παρουσία στα βουλγαρικά παράλια της Μαύρης θάλασσας ήταν ιδιαίτερα έντονη, καθώς οι Έλληνες έμποροι, βιομήχανοι και επιχειρηματίες κυριαρχούσαν στην οικονομική και κοινωνική ζωή της.
Το 1856, μετά το τέλος του Κριμαϊκού πολέμου και τη θέσπιση των πολιτικών και διοικητικών μεταρρυθμίσεων στο οθωμανικό κράτος, αλλά και εξαιτίας του νέου νόμου περί ιθαγενείας που ψήφισε η ελληνική κυβέρνηση, άλλαξε το πλαίσιο μέσα στο οποίο δρούσε ο Ελληνισμός στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Έως τότε όλοι οι ορθόδοξοι πληθυσμοί της Θράκης υπάγονταν στον ορθόδοξο Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, στη συνέχεια όμως οι βουλγαρικοί πληθυσμοί διεκδικούσαν θρησκευτική και πολιτική αυθυπαρξία.

Η ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας το 1870 και η ίδρυση του αυτόνομου βουλγαρικού κράτους το 1878 οδήγησαν σε ρήξη το ελληνικό και το βουλγαρικό στοιχείο με την ενίσχυση των εθνικιστικών αντιπαλοτήτων.

Το 1906 προκλήθηκαν βίαια γεγονότα σε βάρος των ελληνικών κοινοτήτων διαφόρων παράλιων βουλγαρικών πόλεων, και κυρίως του Πύργου, της Αγχιάλου, της Μεσημβρίας και της Σωζοπόλεως, με συνέπεια οι ελληνικοί πληθυσμοί της βόρειας Θράκης να εγκαταλείπουν σταδιακά την περιοχή για την Ελλάδα.
Ως το 1919 ολοκληρώθηκε η αποχώρηση των ελληνικών πληθυσμών από τα βουλγαρικά εδάφη με την ανταλλαγή των πληθυσμών βάσει της συνθήκης του Νεϊγύ. Μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και στη διάρκεια του Εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα, η Βουλγαρία δέχθηκε νέα κύματα

Ελλήνων προσφύγων. Υπολογίζεται ότι στη Βουλγαρία διέμεναν συνολικά 7.000 Έλληνες, οι οποίοι στην πλειονότητά τους επέστρεψαν στην Ελλάδα μετά το 1981.

Η Βάρνα είναι η αρχαία Οδησσός όπου σώζονται ακόμα λείψανα αρχαίων κτισμάτων.

Το λιμάνι της πόλης είναι απάνεμο με αποτέλεσμα να προσελκύει μεγάλο μέρος του εισαγωγικού και εξαγωγικού εμπορίου της χώρας. Όντας η θάλασσα έξοδος για προϊόντα της ενδοχώρας, η Βάρνα εξελίχθηκε σε σημαντικό εμπορικό και οικονομικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής, ενώ η θέση της αυτή ενισχύθηκε μετά τη σιδηροδρομική της σύνδεση με την ενδοχώρα στη δεκαετία του 1860.
Μέχρι την ίδρυση του βουλγαρικού κράτους το 1878 κατοικούνταν κυρίως από Τούρκους και Έλληνες, οι οποίοι ανέρχονταν στα τέλη του 19ου αιώνα στις 10.000.8 Στη συνέχεια ο αριθμός των Βουλγάρων αυξανόταν μέχρι την τελική τους επικράτηση στις αρχές του 20ού αιώνα και την αποχώρηση του ελληνικού πληθυσμού.
Η πόλη του Πύργου ή Μπουργκάζ είναι σχετικά νέα.

Επιμέλεια • Δημήτρης Τσαμπάς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου